Η γέννηση ενός παιδιού συνήθως είναι χαρμόσυνο γεγονός το οποίο πλημμυρίζει τους γονείς και ιδίως τη μητέρα με συναισθήματα χαράς,ευτυχίας και ευδαιμονίας.
Η μετάβαση όμως στη γονεική ιδιότητα δεν συντροφεύεται πάντα από ευχάριστα συναισθήματα αλλά συχνά μπορούν να προκύψουν και αρνητικά συναισθήματα όπως άγχος, θλίψη, απελπισία ,αίσθηση ανικανότητας, απάθεια, κ.α . Η μητέρα από τις πρώτες μέρες γέννησης του παιδιού της θα χρειαστεί να ταυτιστεί μαζί του, να μάθει ικανοποιεί και να κατανοεί τις ανάγκες του. Η διαδικασία αυτής της προσαρμογής ποικίλλει σε κάθε γυναίκα. Συνήθως μετά τον τοκετό εμφανίζεται μια γενική ψυχολογική αναστάτωση της μητέρας γνωστή ως δάκρυα λοχείας το οποίο είναι ένα παροδικό φαινόμενο. Όταν όμως αυτή η αναστάτωση εμμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα και συνοδεύεται με δυσάρεστα συναισθήματα τόσο για εκείνη και το βρέφος τότε η μητέρα έχει επιλόχεια κατάθλιψη.
Η επιλόχεια κατάθλιψη είναι μια πολυπαραγοντική νόσο στην όποια σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν ορμονικοί, ψυχολογικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες, οι οποίοι αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Τις ημέρες που ακολουθούν μετά τη γέννηση πραγματοποιούνται σημαντικές ορμονολογικές αλλαγές όπως απότομη πτώση οιστρογόνων και αυξημένη έκκριση προλακτίνης οι οποίες προκαλούν χημικές αλλαγές στον εγκέφαλό με αποτέλεσμα την εμφάνιση της κατάθλιψη. Η εικόνα σώματος της μητέρας μεταβάλλεται άρα και η εικόνα εαυτού, από τη στρογγυλή κοιλιά η γυναίκα περνά στην άδεια κοιλία με το χαλαρό δέρμα. Η μητέρα μετά την εγκυμοσύνη συχνά αδυνατεί να χάσει τα κιλά της εγκυμοσύνης με αποτέλεσμα να μη αισθάνεται ιδιαίτερα ελκυστική και επιθυμητή από το σύζυγό της. Αυτό το γεγονός μπορεί να επηρεάσει τη γενική διάθεση της καθώς και τη σχέση με το σύζυγο της. Επίσης η μητέρα μετά τη εγκυμοσύνη συχνά αισθάνεται πιεσμένη και εγκλωβισμένη από τη συνεχή ενασχόληση με το βρέφος που λόγω αυτού χρειάζεται να περιορίσει τον προσωπικό της χρόνο. Σε περίπτωση που δε βρεθεί κάποια διέξοδο (π.χ ανάληψη της φροντίδας του βρέφους από κάποιον άλλον προκειμένου η μητέρα να βγει είτε με φίλες της είτε με το σύζυγο της ή να διαβάσει ένα βιβλίο ή να πάει για ψώνια κ.α) η μητέρα μπορεί να οδηγηθεί στη κατάθλιψη. Μια άλλη συχνή αιτία είναι οι αυξημένες προσδοκίες που έχει η ίδια η μητέρα από τον εαυτό της.Οι προσδοκίες αυτές είναι συνυφασμένες ότι πρέπει να είναι τέλεια μητέρα το οποίο φυσικά δεν είναι ρεαλιστικό και προσθέτει επιπλέον άγχος, που συμβάλλει στην εμφάνιση της κατάθλιψης. Στο άγχος και στην αγωνία της προστίθεται και η πίεση από το οικογενειακό περιβάλλον που συχνά καθοδηγεί τη μητέρα, αποτρέποντας την να διαχειριστεί το παιδί με το δικό της τον τρόπο ή επικρίνοντας την για τη φροντίδα του. Αυτό έχει ως συνέπεια να αυξάνονται οι ενοχές και οι αρνητικές σκέψεις ότι δεν είναι καλή μητέρα και ότι δεν πρόκειται να τα καταφέρει. Τέλος αν μητέρα είχε κάποιο ιστορικό κατάθλιψης στο παρελθόν έχει περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσει επιλόχεια κατάθλιψη σε σχέση με κάποια άλλη γυναίκα.
Τα συμπτώματα της επιλόχειας κατάθλιψης είναι η μειωμένη διάθεση της μητέρας σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, μειωμένο ενδιαφέρον για το βρέφος και τις καθημερινές ασχολίες, συνεχής ψυχολογικές μεταπτώσεις (ευερεθιστότητα, θλίψη, ευσυγκινησία κ.α), αρνητικές σκέψεις για το μωρό (κάποιες φόρες μπορεί να αισθάνεται ότι μπορεί να βλάψει το βρέφος ή να ανησυχεί σε υπερβολικό βαθμό για τη σωματική και τη ψυχική του υγεία), επιθετικότητα προς το βρέφος (λεκτική και σωματική), σωματικές ενοχλήσεις (πονοκέφαλοι, στομαχόπονοι, ταχυπαλμίες, ζαλάδες κ.α), απώλεια ή αυξημένη όρεξη άρα και του βάρους, διαταραχές ύπνου (είτε επιθυμεί να κοιμάται πολλές ώρες είτε κοιμάται λίγες ώρες )σε κάποιες ακραίες περιπτώσεις η μητέρα μπορεί να κάνει σκέψεις θανάτου πιστεύοντας ότι μ’ αυτό τον τρόπο θα λυτρωθεί από το μαρτύριο το οποίο ζει.
Η κατάθλιψη της μητέρας θα χρειαστεί να τονίσουμε ότι επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τη ψυχική συγκρότηση του βρέφους. Όταν η μητέρα αδυνατεί να καλύψει τις ανάγκες του βρέφους εκείνο αισθάνεται την αδιαφορία της, τη κενότητα στο βλέμμα της, με αποτέλεσμα να αποσύρεται και να κλείνει τους διόδους επικοινωνίας με το ευρύτερο περιβάλλον. Σε τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να διακοπεί η ψυχοκινητική του ανάπτυξη (π.χ έλλειψη χαμόγελου, αναστολή της κινητικότητας, αποφυγή βλεμματικής επαφής, απαθές πρόσωπο, απουσία κινήσεων αναμονής της αγκαλιάς, ελλιπής αντίδραση στα διάφορα νέα ερεθίσματα κ.α ), να δημιουργηθούν προβλήματα διατροφής (σε ακραίες περιπτώσεις παρατηρείται ανορεξία του βρέφους) προβλήματα ύπνου, δημιουργία σωματικών ασθενειών (άσθμα, έκζεμα, δερματίτιδα, συχνές λοιμώξεις αναπνευστικού).
Η ψυχολογική στήριξη από την πλευρά του συζύγου και της ευρύτερης οικογένεια προς τη μητέρα ιδίως κατά τους πρώτους μήνες της έλευσης του νέου μέλους είναι ιδιαίτερα σημαντική. Ο γόνιμος διάλογος απαλλαγμένος από επικρίσεις βοήθα τη νέα μητέρα να κατανοήσει το νέο της ρόλο και να διαχειριστεί τα αρνητικά της συναισθήματα. Αν παρόλα αυτά τα συμπτώματα εμμένουν η μητέρα θα χρειαστεί να απευθυνθεί σε κάποιο ειδικό ψυχικής υγείας. Η επιλογή της θεραπείας (ψυχοθεραπεία, φαρμακευτική αγωγή) κρίνεται από τον ειδικό ψυχικής υγείας ανάλογα με τη βαρύτητα των συμπτωμάτων. Συχνά για την καλύτερη αντιμετώπιση της επιλόχειας κατάθλιψης θα χρειαστεί ένας συνδυασμός ψυχοθεραπείας και φαρμακευτικής αγωγής. Η φαρμακευτική αγωγή βοηθά να μειωθούν και να εξαλειφθούν τα συμπτώματα (π.χ αϋπνία, απώλεια όρεξης, μειωμένη διάθεση κ.α). Μέσω της ψυχοθεραπείας μειώνεται η έντονη ψυχική αναταραχή του βιώνει η μητέρα το πρώτο χρονικό διάστημα και τη βοηθά να έρθει σε επαφή με οδυνηρά και ασυνείδητα συναισθήματα που αναδύονται με το πέρασμα στη γονεικότητα.